Αγαπημένε μου,
φωτίζουν τα στεφάνια
γύρω απ’ τα κεφάλια
όταν η αγάπη
αδιάσειστη
στρογγυλεύει την
αλήθεια
του θανάτου
Μα δεν είσαι τίποτε
άλλο πια
παρά ένα γερασμένο
τοπίο από οχληρές
αισθήσεις
που κάνουν τα μάτια
μου
να μισοκλείνουν στους
ορίζοντες
Πώς θα μπορούσε ο
κόσμος
να συνεχίσει όπως
πριν χαθείς,
αναρωτιέμαι
Μα τι είναι ο κόσμος
θαρρείς
μια τυπική γεωμετρία
ένα μέγεθος στα μέτρα
μας
Χαίρε, λοιπόν
γιατί τα οράματα ζουν
έξω από τα μέτρα
γιατί το φιλί μου
γλυκαίνει
όταν φτιάχνει ήρωες
θεούς για σένα
από αυτούς που γράφουν
στους τοίχους Κιχώτες
για να ονειρεύονται
και Πάντσας για να
σκουπίζουν
τον ιδρώτα του
προσώπου τους
Θ.